- υποπαρθενος
- ὑποπάρθενοςὑπο-πάρθενος2почти девственный
(ἐταῖραι Arph.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(ἐταῖραι Arph.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
υποπάρθενος — ον, Α [παρθένος] (κυρίως το θηλ. πληθ. ως ουσ.) αἱ ὑποπάρθενοι κορίτσια που είναι ακόμη στην εφηβική ηλικία … Dictionary of Greek
παρθένος — (Αστρον.). Αστερισμός του ζωδιακού κύκλου, στον οποίο ο Ήλιος παραμένει από τις 24 Αυγούστου μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου, ενώ ακόμα βρίσκεται στο ζώδιο του Ζυγού. Ο αστερισμός της Π. επεκτείνεται και προς τις δύο πλευρές του ουράνιου ισημερινού. Στο … Dictionary of Greek